загораться - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

загораться - translation to Αγγλικά


загораться      

см. тж. воспламеняться


• Eventually the material reaches an ignition point and bursts into flame (or ignites).


• The oil well caught fire recently.

conflagrate         
  • Burned trees in front the [[Montagna di Vernà]], [[Peloritani]] mountains, [[Sicily]]
  • [[Hailuoto]]'s old church and belltower on fire in 1968
LARGE AND DESTRUCTIVE FIRE THAT THREATENS HUMAN LIFE, ANIMAL LIFE, HEALTH, AND/OR PROPERTY
Fire Disaster; Conflagrations; Conflagrate; Conflagrates; Conflagrated; Conflagrating; Conflagrational; Conflagratory; World conflagration; Fire (disaster); Uncontrolled fire; Disastrous fire; Fire (accident); Burned down

['kɔnfləgreit]

глагол

общая лексика

загораться

поджигать

to take fire      
загораться, воспламеняться

Ορισμός

загораться
ЗАГОР'АТЬСЯ, загораюсь, загораешься. ·несовер. к загореться
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για загораться
1. Что ж, справедливо: олимпийский огонь должен загораться лишь единожды.
2. Подъезжаем и видим, как в доме начинают загораться окна.
3. Сразу в нескольких дворах начали один за другим загораться автомобили.
4. Выезжает поезд из тоннеля - и тонкая линия начинает загораться.
5. По местам лишь только возвратятся, начинают окна загораться.
Μετάφραση του &#39загораться&#39 σε Αγγλικά